Υιοθετήθηκαν από τις Γενικές Συνελεύσεις της Διεθνούς Ένωσης των Σχολών Κοινωνικής Εργασίας (IASSW) και από τη Διεθνή Ομοσπονδία των Κοινωνικών Λειτουργών (IFSW) στην Αδελαίδα της Αυστραλίας το 2004 (www.ifsw.org/cm_data/GlobalSocialWorkStandards2005.pdf)
1. Κανόνες που αφορούν τον κύριο σκοπό ή αποστολή της Σχολής (Τμήματος).
Όλες οι Σχολές Κοινωνικής Εργασίας πρέπει να στοχεύουν στη σύνταξη μιας βασικής θέσης για την κύρια αποστολή τους, η οποία:
1.1. σχετίζεται με το βασικό σκοπό του εκπαιδευτικού ιδρύματος και (όπου είναι εφικτό) με το σκοπό του εθνικού φορέα της κοινωνικής εργασίας
1.2. καθορίζεται επαρκώς έτσι ώστε οι κύριοι ενδιαφερόμενοι να μπορούν να την κατανοήσουν
1.3. αντανακλά τις αξίες και τις ηθικές αρχές της κοινωνικής εργασίας
1.4. αντανακλά το στόχο της αναλογικής διασποράς των τμημάτων κοινωνικής εργασίας σε εθνικό επίπεδο, την αναλογία του εκπαιδευτικού προσωπικού κατά εθνότητα και φύλο και τις μεθόδους πρόσληψης των καθηγητών/τριών και εισαγωγής των φοιτητών/τριών
2. Κανόνες για τους στόχους του εκπαιδευτικού προγράμματος.
Οι Σχολές πρέπει να στοχεύουν στην εφαρμογή των ακόλουθων κανόνων, οι οποίοι θεωρούνται αποδεκτοί σε παγκόσμιο επίπεδο:
2.1. συγκεκριμενοποίηση του στόχου του εκπαιδευτικού προγράμματος και των αναμενόμενων αποτελεσμάτων
2.2. αντιπροσώπευση των ηθικών αρχών και αξιών του επαγγέλματος στο σχεδιασμό και την εφαρμογή του εκπαιδευτικού προγράμματος
2.3. καθορισμός των εκπαιδευτικών μεθόδων του προγράμματος και μελέτη της συνεκτικότητας τους για την επίτευξη της γνωστικής και συναισθηματικής ανάπτυξης των φοιτητών/τριών
2.4. ανάδειξη του τρόπου με τον οποίο το πρόγραμμα αντανακλά τη βασική γνώση, τις διεργασίες, τις αξίες και τις δεξιότητες του επαγγέλματος της κοινωνικής εργασίας έτσι όπως αυτές εφαρμόζονται στις εκάστοτε εργασιακές πραγματικότητες
2.5. ανάδειξη του τρόπου με τον οποίο ένα βασικό επίπεδο επάρκειας συνδέεται με την αυτο-αντανακλαστική και μετρήσιμη χρήση της γνώσης και των δεξιοτήτων που χρειάζεται να αποκτήσουν οι εκπαιδευόμενοι/ες κοινωνικοί/ές λειτουργοί
2.6. ανάδειξη του τρόπου με τον οποίο το πρόγραμμα εναρμονίζεται με τους στόχους του επαγγέλματος σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, καθώς επίσης και του τρόπου με τον οποίο το πρόγραμμα καλύπτει εντόπιες, περιφερειακές και εθνικές αναπτυξιακές ανάγκες και προτεραιότητες
2.7. συμπληρωματικά στα αναφερόμενα στο εδάφιο 2.5 και επειδή η κοινωνική εργασία δεν λειτουργεί στο κενό, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα πρέπει να λαμβάνει υπόψη σε διεθνές επίπεδο τις επιπτώσεις των αλληλεπιδρώντων πολιτισμικών, οικονομικών, επικοινωνιακών, κοινωνικών, και πολιτικών χαρακτηριστικών
2.8. παροχή εκπαίδευσης και προετοιμασία για την βασική πρακτική με άτομα, οικογένειες, ομάδες και κοινότητες
2.9. αυτό-αξιολόγηση του προγράμματος για εκτίμηση της έκτασης στην οποία οι στόχοι του προγράμματος και τα αναμενόμενα αποτελέσματα επιτυγχάνονται
2.10. αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προγράμματος από εξωτερικούς/ές αξιολογητές/ήτριες στη βάση του λογικού και του οικονομικά εφικτού. Η αξιολόγηση μπορεί να γίνει από εξωτερικούς/ές αξιολογητές/ήτριες με τη μορφή εκθέσεων, γραπτών εξετάσεων ή πτυχιακών εργασιών, σε συνδυασμό με τις εκθέσεις αξιολόγησης των εξωτερικών αξιολογητών/τριών, κυρίως για το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος
2.11. απονομή πιστοποιητικού/ διπλώματος εκπαίδευσης στην κοινωνική εργασία, τόσο σε προπτυχιακό όσο και μεταπτυχιακό επίπεδο, το οποίο να παρέχεται και να εγκρίνεται από εθνικούς και περιφερειακούς κρατικούς θεσμούς και τους/τις νόμιμους/ες αντιπροσώπους τους.
3. Κανόνες για το πρόγραμμα σπουδών συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής άσκησης.
Το πρόγραμμα σπουδών των Σχολών κοινωνικής εργασίας πρέπει με συνέπεια να στοχεύει στα ακόλουθα:
3.1. τα μαθήματα και οι μέθοδοι διδασκαλίας να είναι συνεπείς με του στόχους του εκπαιδευτικού προγράμματος και τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
3.2. ξεκάθαρα σχέδια για την οργάνωση, εφαρμογή και αξιολόγηση της θεωρίας και των παραμέτρων της πρακτικής άσκησης στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα
3.3. ειδική πρόνοια (επικέντρωση) για συνεχή αναθεώρηση και εξέλιξη του προγράμματος σπουδών
3.4. διασφάλιση ότι το πρόγραμμα σπουδών βοηθά τους/τις φοιτητές/ήτριες κοινωνικούς/ές λειτουργούς να αναπτύξουν δεξιότητες κριτικής σκέψης, να επιζητούν τη λογική σκέψη, να είναι ανοιχτοί σε νέες εμπειρίες και μαθητείες (paradigms) και να δεσμεύονται στη δια βίου μάθηση
3.5. περιεχόμενο της πρακτικής άσκησης το οποίο παρέχει σαφώς περιγεγραμμένες και προσήκουσες μαθησιακές εμπειρίες, οι οποίες συνεισφέρουν στην ολοκληρωμένη επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευόμενων κοινωνικών λειτουργών
3.6. σχέδιο οργάνωσης και συνεργασίας ανάμεσα στο Τμήμα και στα πλαίσια πρακτικής άσκησης
3.7. σχεδιασμός και εφαρμογή «εκπαιδευτικού» (καθοδηγητικού) προγράμματος για τους/τις επόπτες/τριες και τους/τις διοικητικά υπευθύνους/υπεύθυνες των Κέντρων πρακτικής άσκησης
3.8. ειδική πρόνοια για την εκπαίδευση των διοικητικά υπευθύνων της πρακτικής άσκησης στους στόχους και την αναμενόμενη έκβαση του εκπαιδευτικού προγράμματος, καθώς επίσης και στις ηθικές αρχές του επαγγέλματος
3.9. πρόνοια για τη συμμετοχή των εποπτών/τριών πρακτικής άσκησης στην αναθεώρηση του προγράμματος σπουδών, ειδικότερα σε ότι αφορά την πρακτική άσκηση
3.10. συνεργασία ανάμεσα στο εκπαιδευτικό ίδρυμα και στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης για την αξιολόγηση της επίδοσης των φοιτητών/τριών στην πρακτική άσκηση
3.11. διαθεσιμότητα για την παροχή ενός εγχειριδίου πρακτικής άσκησης, το οποίο περιέχει τους κανόνες, τη διεργασία και τα προσδοκώμενα
3.12. διασφάλιση ότι επαρκείς και κατάλληλοι πόροι καλύπτουν τις ανάγκες πρακτικής άσκησης των φοιτητών/τριών
4. Κανόνες για το βασικό πρόγραμμα σπουδών
Αναφορικά με το πρόγραμμα σπουδών, οι Σχολές πρέπει να στοχεύουν στην εφαρμογήτων ακόλουθων κανόνων, οι οποίοι θεωρούνται αποδεκτοί σε παγκόσμιο επίπεδο:
4.1. Ορισμός και επιλογή μαθημάτων για το πρόγραμμα σπουδών τα οποία καθορίζονται από εντόπιες, εθνικές και/ή περιφερειακές ανάγκες και προτεραιότητες.
4.2. περιγραφή των στόχων του κάθε μαθήματος και ανάλυση της διδακτικής του ακολουθίας, σε περίπτωση που το μάθημα δεν διδάσκεται στη Σχολή, καθώς επίσης και ορισμός του/της υπεύθυνου/ης για τη διδασκαλία του.
4.3. παρά τα όσα αναφέρονται στην ενότητα 4.1, υπάρχουν συγκεκριμένα βασικά μαθήματα τα οποία θεωρούνται παγκοσμίως εφαρμόσιμα. Η Σχολή λοιπόν, πρέπει να βεβαιωθεί ότι οι φοιτητές/τριες με τη λήψη του πτυχίου τους έχουν παρακολουθήσει τα ακόλουθα βασικά μαθήματα, τα οποία χωρίζονται σε 4 εννοιολογικούς σχηματισμούς/ παραμέτρους:
4.3.1. τομέας της κοινωνικής εργασίας
4.3.2. τομέας του/της κοινωνικού/ής λειτουργού
4.3.3. μέθοδοι της πρακτικής
4.3.4. μαθητεία (paradigm) του επαγγέλματος, που περιλαμβάνει τα ακόλουθα θεωρητικά/ επιστημολογικά πεδία τα οποία απαρτίζουν το βασικό πρόγραμμα σπουδών:
– αναγνώριση της αξιοπρέπειας, της αξίας και της μοναδικότητας του ατόμου
– γνώση και κατανόηση της διασύνδεσης που υφίσταται ανάμεσα σε μέρη των συστημάτων και στα συστήματα, σε μικρο-μεσο-μακρο επίπεδο (θεωρία των οικολογικών συστημάτων)
– ανάπτυξη γνώσης και δεξιότητες για εργασία σε διαφορετικά πλαίσια, με διαφορετικούς πληθυσμούς εξυπηρετουμένων, σε όλα τα επίπεδα των συστημάτων (ολιστική, γενική ή ολοκληρωμένη προσέγγιση)
– έμφαση στη σημασία της συνηγορίας και τις αλλαγές στις δομές των κοινωνικών οργανώσεων οι οποίες αποδυναμώνουν, περιθωριοποιούν και αποκλείουν τα άτομα (κοινωνική δικαιοσύνη/ ανθρώπινα δικαιώματα)
– η ανάπτυξη των ικανοτήτων και η ενδυνάμωση των ατόμων, των οικογενειών, των ομάδων, των οργανώσεων και των κοινοτήτων μέσω μιας ανθρωποκεντρικής αναπτυξιακής προσέγγισης (προσέγγιση της κοινοτικής ανάπτυξης)
– επίλυση προβλημάτων και κοινωνικοποίηση μέσω της κατανόησης της φυσιολογικής ανάπτυξης του κύκλου ζωής του ανθρώπου, τα αναμενόμενα καθήκοντά του (tasks) και τις επιπτώσεις των αναπτυξιακά εμφανιζόμενων κρίσεων (αναπτυξιακή προσέγγιση στον κύκλο ζωής του ανθρώπου)
– η αναγνώριση του δυναμικού και των δυνατοτήτων όλων των ανθρώπων (προσέγγιση των δυνατοτήτων)
– εκτίμηση και σεβασμός στη διαφορετικότητα που απορρέει από τη φυλή, τον πολιτισμό, τη θρησκεία, την εθνικότητα, τη γλώσσα, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και τις διαφορετικές ικανότητες των ατόμων (σεβασμός στη διαφορετικότητα).
5. Κανόνες που αφορούν το εκπαιδευτικό προσωπικό
Οι Σχολές κοινωνικής εργασίας πρέπει να επιδιώκουν:
5.1. την κάλυψή τους με εκπαιδευτικό προσωπικό πλήρους απασχόλησης, επαρκές σε αριθμό και εύρος εξειδίκευσης, το οποίο κατέχει κατάλληλα πιστοποιητικά του επαγγέλματος του/της κοινωνικού/ής λειτουργού, ανάλογα με την εκάστοτε χώρα. Το πτυχίο Master στην κοινωνική εργασία, ή σε συναφές αντικείμενο (για τις χώρες που η κοινωνική εργασία τώρα αναπτύσσεται) πρέπει να αποτελεί ελάχιστη προϋπόθεση.
5.2. διασφάλιση ότι σε Σχολές όπου παρέχεται διδακτορικό στην κοινωνική εργασία, τουλάχιστον ένα μέλος του εκπαιδευτικού προσωπικού είναι διδάκτωρ
5.3 παροχή ευκαιριών στο προσωπικό για συμμετοχή στη σύνταξη του βασικού σκοπού της Σχολής, στους στόχους και την αναμενόμενη έκβαση του εκπαιδευτικού προγράμματος, καθώς επίσης και σε κάθε άλλη πρωτοβουλία στην οποία εμπλέκεται η Σχολή.
5.4. παροχή στο προσωπικό συνεχούς επαγγελματικής εξέλιξης, ειδικότερα σε θεματικές περιοχές νεοεμφανιζόμενης γνώσης
5.5. σαφής αναφορά, όπου είναι εφικτό, στις πολιτικές ίσων ευκαιριών, αναφορικά με το γένος, την εθνικότητα, τη φυλή, ή όποιας άλλης μορφής διαφορετικότητας κατά τις διαδικασίες πρόσληψης του προσωπικού.
5.6. διασφάλιση ότι το εκπαιδευτικό προσωπικό αναπτύσσει δεξιότητες στην ανάλυση και κατανόηση της αλληλο-συσχέτισης της φυλής, της κοινωνική τάξης, του φύλου, της εθνικότητας, της πολιτισμικής αναφοράς, του σεξουαλικού προσανατολισμού και των διαφορετικών ικανοτήτων, καθώς επίσης και του τρόπου με τον οποίο αυτοί οι παράγοντες αλληλεπιδρούν με θέματα που αφορούν την εξουσία, τα προνόμια, την καταπίεση, την εκμετάλλευση, το κοινωνικό στάτους και την πρόσβαση σε πόρους. Οι ίδιες γνώσεις πρέπει ανάλογα να μεταλαμπαδεύονται στους/στις φοιτητές/ήτριες.
5.7. κατά την κατανομή του έργου των εκπαιδευτικών στην διδασκαλία, στην εποπτεία πρακτικής άσκησης και στο διοικητικό έργο, πρέπει να προνοείται χρόνος για έρευνα και δημοσιεύσεις. Η έρευνα πρέπει να είναι ακόλουθη με τους γενικούς κανόνες της ερευνητικής πρακτικής και την ερευνητική ηθική.
5.8. διασφάλιση ότι το εκπαιδευτικό προσωπικό εμπλέκεται στη σχηματοποίηση, ανάλυση και αξιολόγηση των επιπτώσεων της κοινωνικής πολιτικής, καθώς επίσης σε κοινοτικές πρωτοβουλίες.
6. Κανόνες που αφορούν τους/τις φοιτητές/ήτριες
Οι Σχολές πρέπει να προσανατολίζονται στην επίτευξη των ακόλουθων κανόνων:
6.1. σαφείς διατυπώσεις αναφορικά με τα κριτήρια και τις διαδικασίες εισαγωγής, οι οποίες πρέπει να είναι συμβατές με το εκπαιδευτικό ίδρυμα
6.2. εισαγωγή φοιτητών/τριών με βάση το δημογραφικό τους προφίλ (της εντοπιότητας). Ανάλογη σημασία πρέπει να δίδεται στις μειονοτικές ομάδες που έχουν μειωμένη αντιπροσώπευση
6.3. διευκόλυνση τους για την μετεγγραφή σε άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα
6.4. παροχή συμβουλών στους/στις φοιτητές/τριες για εκπαιδευτικά και επαγγελματικά θέματα
6.5. διασφάλιση και ενθάρρυνση της συμμετοχής όλων των φοιτητών/τριών στην ανάπτυξη του βασικού σκοπού και των στόχων του εκπαιδευτικού προγράμματος, αλλά και των πολιτικών που επηρεάζουν καθηγητές/ήτριες και φοιτητές/ήτριες. Η συμμετοχή αυτή πρέπει να συμβαδίζει με τις πολιτικές του εκπαιδευτικού ιδρύματος
6.6. διασφάλιση της ποιότητας των αποκεντρωμένων ή των βασιζόμενων στο διαδίκτυο εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ειδικότερα πρέπει να εξασφαλίζονται μηχανισμοί εποπτείας αναφορικά με την πρακτική άσκηση.
6.7. σαφή κριτήρια για την αξιολόγηση της ακαδημαϊκής επίδοσης του/της φοιτητή/ήτριας και της επίδοσης του/της στην πρακτική άσκηση
6.8. ένδειξη του τρόπου με τον οποίο οι φοιτητές/ήτριες αξιολογούν τις αξίες, τις διαθέσεις και τις συμπεριφορές τους σε σχέση με τους κώδικες ηθικής και δεοντολογίας
6.9. διαθεσιμότητα στους/στις φοιτητές/ήτριες των μηχανισμών έκθεσης παραπόνων και απολογίας, οι οποίοι πρέπει να είναι συμβατοί με αυτούς του εκπαιδευτικού ιδρύματος
6.10. σαφήνεια στην πολιτική της Σχολής και στις διαδικασίες που αφορούν στην αποπομπή του/της φοιτητή/ήτριας από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Χαμηλή επίδοση ή αποτυχία στη διατήρηση των αξιών και των ηθικών αρχών, μπορεί να καθιστά τον/την φοιτητή/’ητριας ακατάλληλο/η για το επάγγελμα
6.11. έλλειψη διακρίσεων απέναντι στους/στις φοιτητές/ήτριες αναφορικά με τη φυλή, το χρώμα, την πολιτισμική αναφορά, την εθνότητα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές προτιμήσεις, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ηλικία την οικογενειακή κατάσταση, τη σωματική ακεραιότητα και το κοινωνικο-οικονομικό στάτους.
7. Κανόνες σχετικά με τη δομή, τη διοίκηση και τους πόρους
Στοχεύοντας στην υιοθέτηση των διεθνών κανόνων αναφορικά με τη δομή, τη διοίκηση, και τους πόρους, οι Σχολές κοινωνικής εργασίας πρέπει να διασφαλίσουν ότι:
7.1. τα προγράμματα κοινωνικής εργασίας εφαρμόζονται στο πλαίσιο μιας Σχολής και ενός Τμήματος, το οποίο έχει μια ξεκάθαρη ταυτότητα μέσα στο εκπαιδευτικό ίδρυμα
7.2. η Σχολή πρέπει έχει έναν/μία εκλεγμένο/η διευθυντή/τρια ή προϊστάμενο/η πλήρους απασχόλησης, ο/η οποίος/α έχει επιδείξει διοικητική, ακαδημαϊκή και επαγγελματική επάρκεια, κατά προτίμηση στην κοινωνική εργασία
7.3. ο/η διευθυντής/τρια έχει την κύρια υπευθυνότητα για το συντονισμό και την επαγγελματική καθοδήγηση της Σχολής, με επαρκή χρόνο και πόρους για να ανταπεξέλθει στο έργο του/της
7.4. οι οικονομικοί πόροι είναι επαρκείς για να επιτευχθεί ο κύριος σκοπός, η αποστολή και οι στόχοι του εκπαιδευτικού προγράμματος
7.5. οι οικονομικοί πόροι έχουν σταθερή ροή στο χρόνο και εξασφαλίζουν τη συνεχή χρηματοδότηση του προγράμματος
7.6. υπάρχουν επαρκείς υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των αιθουσών διδασκαλίας, των γραφείων για το εκπαιδευτικό και το διοικητικό προσωπικό, αίθουσα συνεδριάσεων καθώς και τον απαραίτητο εξοπλισμό για την επίτευξη του κύριου σκοπού, της αποστολής και των στόχων του εκπαιδευτικού προγράμματος.
7.7. υπάρχει διαθεσιμότητα βιβλιοθήκης και διαδικτύου
7.8. όπου προσφέρεται εκπαίδευση από απόσταση, εξασφαλίζονται οι απαραίτητες υποδομές για την επίτευξη του κύριου σκοπού, της αποστολής και των στόχων του εκπαιδευτικού προγράμματος
7.9. στο πλαίσιο των πολιτικών, των διαδικασιών και των κανόνων του εκπαιδευτικού ιδρύματος, η Σχολή παίζει κύριο ρόλο στην πρόσληψη και στην εξέλιξη του προσωπικού
7.10. η Σχολή αγωνίζεται για την ισότητα των φύλων στις πολιτικές και πρακτικές πρόσληψης, μονιμοποίησης και εξέλιξης του προσωπικού
7.11. κατά την πρόσληψη, εξέλιξη και μονιμοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, η Σχολή αντανακλά τη διαφορετικότητα των πληθυσμών με τους οποίους αλληλεπιδρά και εξυπηρετεί
7.12. η διεργασία λήψης των αποφάσεων στη Σχολή αντανακλά συμμετοχικές, δημοκρατικές αρχές και διαδικασίες
7.13. η Σχολή προάγει την ανάπτυξη ενός συνεργατικού, υποστηρικτικού και παραγωγικού εργασιακού περιβάλλοντος για τη διευκόλυνση της επίτευξης των εκπαιδευτικών στόχων
7.14. Η Σχολή αναπτύσσει και διατηρεί δεσμούς με το εκπαιδευτικό ίδρυμα και με εξωτερικές οργανώσεις που σχετίζονται με την επίτευξη του βασικού σκοπού, της αποστολής και των στόχων της.
8. Κανόνες σχετικά με τις πολιτισμικές, τις διαφορές στην εθνότητα και την ισότιμη αντιπροσώπευση των δύο φύλων
Οι Σχολές πρέπει να προσανατολίζονται στην επίτευξη των ακόλουθων:
8.1. συνεχής προσπάθεια για τη διασφάλιση και τον εμπλουτισμό και ανάλυση της εκπαιδευτικής εμπειρίας με διαφορετικά πολιτισμικά, εθνικά και φυλετικά χαρακτηριστικά
8.2. διασφάλιση ότι στο πρόγραμμα μαθημάτων είτε σε ξεχωριστό μάθημα περιλαμβάνονται οι έννοιες της πολύ-πολιτισμικότητας και της δια-φυλετικότητας
8.3. οι έννοιες της πολύ-πολιτισμικότητας και της δια-φυλετικότητας περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα της πρακτική άσκησης
8.4. διασφάλιση ότι δίδεται η δυνατότητα στους/στις εκπαιδευόμενους/ες κοινωνικούς/ές λειτουργούς να κατανοήσουν τις ατομικές και πολιτισμικές αξίες και απόψεις, παραδόσεις και προκαταλήψεις και πως αυτές μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα δημιουργίας επαγγελματικής σχέσης με τους/τις εξυπηρετούμενους/ες, καθώς επίσης και την εργασία με διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες
8.5 προαγωγή της ευαισθητοποίησης και αύξηση της γνώσης για την πολιτισμική και την εθνική διαφορετικότητα, αλλά και τη φυλετική ανάλυση
8.6. μείωση των ομαδικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων
8.7. διασφάλιση ότι οι εκπαιδευόμενοι/ες κοινωνικοί/ές λειτουργοί μπορούν να δημιουργήσουν επαγγελματική σχέση και να αντιμετωπίσουν όλους τους ανθρώπους με σεβασμό και αξιοπρέπεια ανεξάρτητα από τις πολιτισμικές και τις εθνοτικές τους απόψεις
8.8. διασφάλιση ότι οι φοιτητές/ήτριες εκπαιδεύονται στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, έτσι όπως περιγράφονται στη Διεθνή Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στη Διακήρυξη της Βιέννης από τα Ηνωμένα Έθνη (1993).
9. Κανόνες σχετικοί με τις αξίες της κοινωνικής εργασίας και τους ηθικούς κώδικες επικοινωνίας
Στη βάση της αναγνώρισης ότι οι αξίες των κοινωνικών λειτουργών οι κανόνες και αρχές δεοντολογίας αποτελούν τα βασικά χαρακτηριστικά του επαγγέλματος, οι Σχολές πρέπει με συνέπεια να επιδιώκουν:
9.1. επικέντρωση σε αυτή τη διάσταση κατά δημιουργία του προγράμματος σπουδών
9.2. σαφώς περιγεγραμμένοι στόχοι αναφορικά με τις αρχές, τις αξίες και τον κώδικα δεοντολογίας της κοινωνικής εργασίας
9.3. διασύνδεση των επαγγελματιών και των φοιτητών/τριών (που κάνουν πρακτική άσκηση) με εθνικές και περιφερειακές επαγγελματικές οργανώσεις οι οποίες ακολουθούν την επαγγελματική δεοντολογία. Τα μέλη αυτών των οργανώσεων είναι συνήθως δεσμευμένα στη διατήρηση αυτών των κωδίκων
9.4. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται εθνικός και περιφερειακός κώδικας δεοντολογίας, η δημιουργία του πρέπει να είναι συνεπής με τις αρχές και αξίες του επαγγέλματος καθώς και με τα διεθνή πρότυπα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης
9.5. διασφάλιση ότι κάθε φοιτητής/τρια στην πρακτική του/της άσκηση και κάθε επαγγελματίας γνωρίζει τα όρια της επαγγελματικής πρακτικής, όπως επίσης και το τι συνιστά αντιεπαγγελματική συμπεριφορά με βάση τους κανόνες δεοντολογίας
9.6. Ανάληψη κατάλληλης δράσης μέσω της επαγγελματικής οργάνωσης με χρήση πειθαρχικών και νομικών μέσων για όσους/ες φοιτητές/τριες και επαγγελματίες δεν ακολουθούν την επαγγελματική δεοντολογία
9.7. διασφάλιση ότι υφίστανται πειθαρχικοί μηχανισμοί για όσους εργάζονται και στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ιδεωδώς με τη συμμετοχή των χρηστών/χρηστριών των υπηρεσιών
9.8. διατήρηση, όσο είναι εφικτό, των αρχών της αποκαταστασιακού παρά του τιμωρητικού σοφρωνισμού, όταν αντιμετωπίζονται φοιτητές/ήτριες και επαγγελματίες που έχουν παραβιάσει τον κώδικα της επαγγελματικής δεοντολογίας.
Μετάφραση: Καρπέτης, Γ. (18/9/2010)